Φοβάμαι να κοιτάξω μπροστά,
να δω τον πόνο της εφήμερης χαράς.
Δεν θέλω να κάνω πίσω.
Κάθε βήμα μου πίσω
είναι ένα βήμα πιο κοντά στο θάνατο,
ένα βήμα πιο κοντά στο χαμό.
Ένας ήλιος χλομός με ματώνει,
δεν φτάνει το φως του να με ζεστάνει
και κρύβομαι στο σκοτάδι,
μαζεύω τα κομμάτια μου και ξαναδιαλύομαι.
Μαζεύω τα κομμάτια μου και πονάω.
Χαρές που χάνονται σε μια στιγμή.
Χαρές για μια μόνο στιγμή.
Και ύστερα τίποτα.
Και ύστερα σκοτάδι,
μόνο σκοτάδι.
Και εγώ κρύβομαι μέσα μου.
Κλειδώνομαι
και δεν κοιτάω μπροστά
Φοβάμαι
Διάθεση!
Σαν να είμαι έξω από τα νερά μου, σαν να είμαι εκτός εποχής. Μια καλοκαιρινή διάθεση έχω σήμερα, παρά το τσουχτερό κρύο! Μπορεί να φταίει το μικρό κομμάτι από φως που μπαίνει κλεφτά από μια μισάνοιχτη πόρτα και από ένα παράθυρο που βλέπει στο δρόμο. Μπορεί πάλι να φταίνε και εκείνοι οι χρωματιστοί ήλιοι που φτιάχνω από το πρωί.
Ένα καλό προαίσθημα. Κάτι αλλάζει, κάτι γίνεται στον κόσμο. Δεν μπορώ να το προσδιορίσω ακόμα. Σαν να το είδα όμως κάπου, σε κάποιον τοίχο ίσως. Θέλω να βγω έξω και να αρχίσω να τρέχω και να παρασύρω και άλλους μαζί μου. Να τρέχω, να τρέχω, να τρέχω, μέχρι ο δρόμος να με βγάλει εκεί που πρέπει. Γιατί ο δρόμος ξέρει. Και η ιστορία στον δρόμο γράφτηκε! Και οι ήρωες στον δρόμο γίνονται. Όχι δεν λέω για αυτούς που τα ονόματα τους είναι γραμμένα σε ένα κομμάτι λαμαρίνα και καρφωμένα στον τοίχο, αλλά για αυτούς που το όνομα τους δεν θα γραφτεί πουθενά, τους ήρωες της ζωής, του τώρα, του μέλλοντος.
Μπορεί αυτοί οι ήρωες να είναι η αιτία για τη σημερινή μου διάθεση. Και αυτό που νοιώθω δεν είναι τελικά ένα καλό προαίσθημα. Είναι η ελπίδα που μου γεννάνε αυτοί οι άνθρωποι. Όταν τους βλέπω, όταν τους ακούω να μιλάνε, αυτά που λένε, αυτά που κάνουνε. Και δεν έχω λόγια να τους ευχαριστήσω, έτσι και αλλιώς τα λόγια ποτέ δεν είναι αρκετά. Έτσι και αλλιώς δεν θέλουν να ακούνε «ευχαριστώ», δεν το κάνουν για αυτό, απλά έτσι είναι αυτοί.
ΑΥΤΟΣ
Άλλο ένα Σαββατοκύριακο πέρασε με εμένα να παραμένω στον δικό μου υπέροχο κόσμο. Μακριά από την τηλεόραση και γενικά από κάθε πηγή «ενημέρωσης». Μόνο λίγο χθες το απόγευμα άνοιξα το «μαγικό» κουτί για να έχω λίγη φασαρία να ακούω. Και γέλασα πολύ με την μεγάλη απόδραση (και ακόμα περισσότερο γέλασα με την επίσκεψη του δραπέτη στον φίλο μου τον γιατρό).
Έκλεισα το κουτί γιατί αποφάσισα ότι ο ήχος του χιονιού που έπεφτε, ήταν πιο όμορφος και ηρεμιστικός. Είχα και την ελπίδα να τα δω όλα άσπρα το πρωί αλλά που τέτοια τύχη. Σε αυτήν την πόλη ακόμα και το χιόνι είναι περαστικό.
Δεν ήθελα να διαβάσω, ούτε να ακούσω μουσική. Ήθελα μόνο να απολαύσω αυτό που φοβάμαι πιο πολύ. Τη μοναξιά μου. Και ήρθαν οι σκέψεις και κατέκλυσαν. Άρχισε το ταξίδι και το ονειροπόλημα. Πέρασε η ώρα.
Έπεσε το σκοτάδι και το κρύο έγινε πιο έντονο. Οι σκιές άρχισαν να χάνονται μαζί με το φως που τις γεννούσε. Όλα γίνονταν ένα. Και το χιόνι έπεφτε παγωμένο πάνω στην υγρή γη. Οι νιφάδες συνέχιζαν τον χορό τους και το τραγούδι τους ως το τέλος του ταξιδιού τους, το τέλος της ζωής τους. Κάποιες προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τη μοίρα τους, πιάνονταν από τον άνεμο και αγωνίζονταν να ανεβούν και πάλι ψηλά, αλλά μάταια… Αυτή είναι η μοίρα τους, η τόσο δυνατή. Μικρές λευκές νεράιδες που γεννιούνται στα σύννεφα για να πεθάνουν στη γη.
Ένας δυνατός ήχος με επανέφερε, βίαια. Θύμωσα, για λίγο όμως αφού ήταν αυτός. Αυτός που με έβγαλε από τη μοναξιά μου και με έσωσε από τον φόβο μου. Που μου έμαθε πως οι άνθρωποι μπορούν να νιώθουν και έτσι, όπως με κάνει να νιώθω αυτός. Που με κάνει να γελάω και να αισθάνομαι ασφαλής. Να αγαπάω εμένα.
Γέμισε το σπίτι με φως και με τη μυρωδιά του.
Μια αγκαλιά άνοιξε μόνο για εμένα. Εγώ έγινα μικρή, τόση δα και κρύφτηκα εκεί, μη τυχόν και με βρει κανένας και με πάρει.
Άρχισα πάλι το ονειροπόλημα. Μόνο που αυτή τη φορά η μουσική που με συνόδευε ήταν οι χτύποι μιας καρδιάς. Εκεί κοιμήθηκα, εκεί τελείωσε το Σαββατοκύριακο μου.
Εκεί ξύπνησα. Και εκεί άρχισε η βδομάδα μου.
Καλή βδομάδα σε όλους.
Τι να γράψω; Θα γράψω για έναν Σαμάνο!
Και να θέλω δηλαδή να γράψω δεν προλαβαίνω. Έχω τόση πολλή δουλειά!!!! Τόση, που έχω χάσει την αίσθηση του χρόνου. Και φυσικά δεν προλαβαίνω να παρακολουθήσω και τις εξελίξεις. Δεν ξέρω τι γίνεται στη χώρα και στον κόσμο. Τώρα θα μου πεις, στην πόλη μου έγινε ολόκληρη ληστεία το Σάββατο, με καλάζνικοφ και τέτοια και εγώ το έμαθα σήμερα. Ευτυχώς είχα φύγει λίγη ώρα πριν από του super market, διαφορετικά θα ήξερα και λεπτομέρειες για το συμβάν.
Στην πολλή δουλειά μου τώρα. Λοιπόν, μου έχουν αναθέσει να κάνω κάποια καλοκαιρινά έντυπα. Με τέτοιο κρύο που να βρω εγώ την όρεξη να βλέπω ήλιους και παραλίες και κουβαδάκια; Δεν μπορώ να βλέπω πια κουβαδάκια, με τόσα που έχω ξακρίσει αυτές τις μέρες! Σε λίγο θα φωνάζω σαν τον Κούρκουλο.. «Όχι άλλα κουβαδάκια….»
Και μέσα σε όλον αυτόν τον πανικό έχω κάτι υπέροχο να με συνοδεύει. Ο «Σαμάνος» του Θανάση Παπακωνσταντίνου με τη φωνή του Διονύση Σαββόπουλου. Είναι πράγματι πολύ όμορφο CD, να το αγοράσετε όλοι, αξίζει πραγματικά, όπως και όλες η δουλειές του Θανάση! Και μου μπήκε η ιδέα να ψάξω να βρω ποιος στο καλό είναι αυτός ο Σαμάνο, που πρωταγωνιστεί σε αυτόν τον δίσκο. Και έτσι βρήκα κάτι να γράψω!!!
Η αλήθεια είναι ότι δεν μπόρεσα να μάθω και πολλά. Τα περισσότερα, για να μην πω όλα, αφορούσαν την τελευταία του φωτογραφία πριν την εκτέλεση του και αν υπήρχε κάποια παραπάνω πληροφορία, αυτή ήταν στα Ισπανικά και δυστυχώς δεν γνωρίζω τη γλώσσα.
« Ο Φορτίνο Σαμάνο καπνίζει το τελευταίο του τσιγάρο πριν την εκτέλεση του. Βλέπουμε έναν άνθρωπο σε ειρήνη με τον εαυτό του και με τον θάνατο», γράφει ο Βραζιλιάνος φωτογράφος Σαλγκάδο.
Ο Φορτίνο Σαμάνο ήταν ο Μεξικανός υπολοχαγός του Ζαπάτα. Εκτελέστηκε το 1917 από τον ομοσπονδιακό στρατό. Κάποιοι λένε ότι του δόθηκε η εντολή να αυτοπυροβοληθεί. Τελευταία του επιθυμία πριν την εκτέλεση ήταν να καπνίσει ένα από τα αγαπημένα του τσιγάρα, ας μην ξεχνάμε το γεγονός ότι οι Μεξικανοί έδιναν μαγικές δυνάμεις στον καπνό. Και το έκανε χαμογελώντας και ποζάροντας μπροστά στον φωτογραφικό φακό. Σαν να ήταν να πάει σε γιορτή και όχι για εκτέλεση. Είμαι σχεδόν σίγουρη ότι και στην κάνη μπροστά έτσι χαμογελούσε, σε πείσμα των εκτελεστών του. Ποιος ξέρει, μπορεί και να περίμενε να γίνει ένα θαύμα την τελευταία στιγμή.
Δεν ξέρω αν στη ζωή του και στις πράξεις του ήταν γενναίος, στο τέλος όμως ήταν μόνο γενναίος. Ήταν ένας επαναστάτης, αντάρτης θα πουν άλλοι, συμμορίτης για κάποιους. Για να τον επέλεξε όμως ο Ζαπάτα να είναι στο πλευρό του, δεν μπορεί κάτι θα είχε.
Μακάρι να μπορούσα να βρω περισσότερες πληροφορίες. Για εμένα είναι ένας άνθρωπος που γνώρισα μέσα από ένα τραγούδι και από μία φωτογραφία. Είμαι σίγουρη πως στην πατρίδα του θα υπάρχουν και άλλα τραγούδια για αυτόν. Ακόμα και ποιήματα και θρύλοι. Μπορεί αυτός να ήταν ο πιστός φίλος του Ζορρό , εκείνο το παιδάκι που δεν μιλούσε. (Ο δημιουργός του Ζορρό εμπνεύστηκε λένε τον ήρωα του από τον Εμιλιάνο Ζαπάτα)
Υ.Γ. Μπορεί να σας μπέρδεψα με την ανάρτηση μου και σας ζητώ συγνώμη. Αλλιώς άρχισα και αλλού το πήγα. Η φιλόλογος μου θα έλεγε: «Μαρία, πάλι εκτός θέματος είσαι παιδί μου. Με άλλο θέμα αρχίζεις και με άλλο τελειώνεις!!!!».
Ευχαριστώ για την υπομονή σας να το διαβάσετε ως το τέλος.
Τα παιδιά στη Γάζα πάνε σχολείο…
Άνοιξαν τα σχολεία στη Γάζα. Η εικόνα όμως δεν είναι ιδανική. Τα παιδιά έχασαν το χαμόγελό τους μαζί με τους δολοφονημένους, από τις επιθέσεις του Ισραήλ, συμμαθητές τους.
Περισσότερα εδώ.
ΤΑΣΟΥΛΗΣ vs ΑΓΡΟΤΕΣ
Λοιπόν, χθες έγινε η απόβαση των αγροτών. Επιτέλους οι αγρότες στην Αθήνα, μάλλον στον Πειραιά γιατί στην Αθήνα «απαγορεύετε». Η Αθήνα πρέπει να μείνει έξω από όλο αυτό που γίνεται σε όλη την Ελλάδα. Γιατί οι Αθηναίοι τους φοβούνται τους αγρότες, είναι σαν εξωγήινοι γι’ αυτούς. Τρακτέρ στις μεγάλες λεωφόρους τους!!!! Τρομερό, δεν θα το αντέξουν, αυτοί οι δρόμοι είναι φτιαγμένοι μόνο για τα πολυτελή αυτοκίνητα των βουλευτών και της Μπεζαντάκου.΄
Α! ήρθαν και οι δυνάμεις καταστολής. Άκου δυνάμεις καταστολής! Που ζούμε ρε; Άντε παιδιά και του χρόνου εκτός από χημικά να κατεβείτε και με τανκς. Αλλά ξέχασα, για αρχή θα ρίξετε στη μάχη τα σκυλιά που σας παρήγγειλε το κράτος πρόνοιας. Όχι μην στεναχωριέστε τα γκλοπ δεν θα σας τα πάρουν ποτέ, πάντα θα έχετε τη χαρά της μάχης σώμα με σώμα. Ακούς Τασούλη….
Πως ένοιωσες χθες Τασούλη που χτυπούσες τους αγρότες; Ένιωσε καθόλου τύψεις για τον πατέρα σου, που είναι και αυτός αγρότης; Ένιωσες τίποτα; «ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ», πάνω και από τον πατέρα σου; Ξέχασες τότε που κατέβαινες και εσύ στην Εθνική Οδό να συναντήσεις τον πατέρα σου στα μπλόκα και καμάρωνες που δεν έσκυβε το κεφάλι, που αγωνίζονταν για να μπορεί να μεγαλώσει εσένα και τα αδέρφια σου με αξιοπρέπεια, που δεν ήθελε να τον θεωρούν κατώτερο μέλος της κοινωνίας; Της κοινωνίας που ξεχνά ότι εξαρτάτε από τους αγρότες. Όλα κύκλος είναι. Ας καταργήσουμε τους αγρότες να δούμε τι θα φάει η κοινωνία.
Δεν θύμωσες όταν κάποιος είπε ότι οι αγρότες είναι τεμπέληδες; («κάθονται και πληρώνονται»). Εγώ θύμωσα πολύ, πάρα πολύ. Αυτοί θέλουν ξύλο Τασούλη, όχι ο πατέρας σου. Αυτοί που από την άνεση της μαλακιάς καρέκλας τους βγάζουν συμπεράσματα κι ας μην έχουν δει ποτέ στη ζωή τους χωράφι.
Μακάρι όλοι οι αγρότες να πάρουν τα τρακτέρ και να κατέβουν στην Αθήνα. Να την αποκλείσουν από την υπόλοιπη χώρα. Εύχομαι να δω τρακτέρ στην Αττική Οδό. Και, Τασούλη και κάθε Τασούλη, οι αγρότες δεν φοβούνται, οι αγρότες κάνουν ανατροπές σε αυτή τη χώρα, αν ψάξεις στην Ιστορία θα το δεις, π.χ. θυμάσαι το Κιλελέρ;